- έγεμε
- ἔγεμεγέμωto be full: imperf ind act 3rd sg
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
ἔγεμε — γέμω to be full imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πάντοθεν — Α και πάντοθε, ΝΜΑ επίρρ. από όλα τα μέρη, από παντού («ὁ... λιμὴν ἔγεμε πλοίων καὶ ἐμπόρων ἀφικνουμένων πάντοθεν). [ΕΤΥΜΟΛ. < πᾶς, παντός + επιρρμ. κατάλ. θε* / θεν] … Dictionary of Greek